Αρχική Κλείσιμο

Νικόλαος Τομπάζης (1894-1986)

Ο Νικόλαος Τομπάζης γεννήθηκε στην ελληνική πρεσβεία της Πετρούπολης το 1894. Ο πατέρας του, ωστόσο, τον ενέγραψε δημότη στο προγονικό νησί της οικογένειας, την Ύδρα. Η φύση και ιδιαίτερα τα βουνά τράβηξαν την προσοχή του από νεαρή ηλικία.

Η πρώτη του φωτογραφική μηχανή, μία Box Brownie No 2, τον συνόδευε στους αρχαιολογικούς χώρους και στα βουνά της Ελλάδας, στις κορυφές των οποίων είχε ανέβει σε ηλικία 16 χρόνων. Οι πρώτες του φωτογραφίες χρονολογούνται από το 1912 έως το 1916 και τις συγκέντρωσε σε ένα χειροποίητο λεύκωμα με τίτλο «Ελλάς – Περιηγήσεις 1912-1916».

Δέκα οκτώ χρόνων προσλήφθηκε ως εμπορικός πράκτορας στην εταιρεία των Αδελφών Ράλλη στις Ινδίες. Για τα επόμενα 30 χρόνια επιδόθηκε στη φωτογραφία, παράλληλα με την ορειβασία, το ψάρεμα και την εκτροφή σκυλιών ράτσας. Γνώριζε τις περισσότερες βουνοκορφές των Ιμαλαΐων, αλλά και των ελβετικών Άλπεων, όπου περνούσε τις διακοπές του και τις οποίες συστηματικά φωτογράφισε. Το 1925 οργάνωσε ορειβατική αποστολή στο όρος Σικίμ των Ιμαλαΐων, καρπός της οποίας ήταν η έκδοση «Account of a Photographic Expedition to the Southern Glaciers of Kangchenjunga in the Sikkim Himalaya». Έγινε μέλος της Royal Photographic Society στο Λονδίνο και ταμίας της Photographic Society στην Καλκούτα. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στις Ινδίες, οργάνωσε δύο φωτογραφικές εκθέσεις στην Καλκούτα και μία στο Καράτσι. Η γέννηση των παιδιών του πρόσφερε ένα άλλο αγαπημένο και τρυφερό θέμα στη φωτογραφική του μηχανή.

Το 1945 συνταξιοδοτήθηκε από τη εταιρεία των Αδελφών Ράλλη και επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου ασχολήθηκε επαγγελματικά πλέον με τη φωτογραφία. Από το 1950 ασχολήθηκε κυρίως με την αρχαιολογική φωτογραφία. Σε συνεργασία με την Αρχαιολογική Εταιρεία αποτύπωσε τις ανασκαφές των αρχαιολόγων Τάκη Θεοχάρη στο Ασκηταριό της Ραφήνας και Ιωάννη Παπαδημητρίου στη Βραυρώνα και τη Μερέντα.

 

Η λεπτομερής καταγραφή της ανασκαφικής διαδικασίας και η αποτύπωση των ευρημάτων θα τον καταξιώσουν σαν έναν από τους καλύτερους φωτογράφους του είδους. Παράλληλα αποτύπωσε τοπία και ανθρώπους της ελληνικής υπαίθρου, κληροδοτώντας στις νεότερες γενιές ένα πολύτιμο ιστορικό τεκμήριο για τη φυσιογνωμία του τόπου και την καθημερινή ζωή. Η αγάπη του για το ελληνικό τοπίο και τα μνημεία - αρχαία και βυζαντινά - του εξασφάλισαν μια μόνιμη συνεργασία με το Υπουργείο Τουρισμού, που είχε στην κατοχή του αντίγραφο του αρχείου του. Φωτογραφίες του δημοσιεύθηκαν σε τουριστικά έντυπα και οδηγούς της δεκαετίας του '50 ή εικονογράφησαν αρχαιολογικές δημοσιεύσεις.

Αξιοσημείωτη, τόσο για την καλλιτεχνική της αρτιότητα όσο και για την τεκμηριωτική της αξία, είναι η σειρά των φωτογραφιών του Αγίου Όρους, το οποίο επισκέφθηκε το 1962. Ο Τομπάζης αποτύπωσε συστηματικά την αρχιτεκτονική των μονών, τους θησαυρούς των έργων τέχνης και την καθημερινή ζωή των μοναχών της αθωνικής πολιτείας. Μέρος των φωτογραφιών του Αγίου Όρους εκτέθηκαν το 1962 στο Βρετανικό Συμβούλιο με τίτλο «Νικολάου Τομπάζη, Φωτογραφική Έκθεση Αγίου Όρους».

Το αρχείο, που αριθμεί συνολικά γύρω στα 30.000 αρνητικά και μεγάλο αριθμό πρωτότυπων εκθεσιακών τυπωμάτων, είναι άρτια ταξινομημένο σε χειροποίητα λευκώματα και καλαίσθητα κουτιά και αντανακλά το μεράκι και την καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία του κοσμοπολίτη και – γιατί όχι – αριστοκράτη φωτογράφου.

Ο Νικόλαος Τομπάζης τιμήθηκε με τη διάκριση του μέλους της Fédération de l’Art Photographique της Ελβετίας. Το 1997 το αρχείο του δωρίστηκε από τους απογόνους του στο Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη.