Ο Κώστας Μπαλάφας γεννήθηκε το 1917 στο ορεινό χωριό Χώσεψη (Κυψέλη σήμερα) της Ηπείρου, από γονείς αγρότες. Το διάστημα των γυμνασιακών του σπουδών βρέθηκε στην Αθήνα. Κατά παραμονή του στην πρωτεύουσα κράτησε για πρώτη φορά φωτογραφική μηχανή σε μία εκδρομή στην Πάρνηθα.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1930 αποφοίτησε από την Γαλακτοκομική Σχολή Ιωαννίνων όπου και εργάστηκε έως την κήρυξη του πολέμου. Την ίδια περίοδο απέκτησε μια Kodak Junior ενώ την τεχνική εκτύπωσης έμαθε δίπλα στον επαγγελματία φωτογράφο των Ιωαννίνων Αποστόλη Γ. Πανταζίδη.
Στα τέλη του 1940 στα συντρίμμια ενός ιταλικού βομβαρδιστικού που καταρρίφθηκε από ελληνικά αντιαεροπορικά πυρά έξω από τα Ιωάννινα βρέθηκε ένα κουτί με κινηματογραφικό φιλμ (Ferrania Capelli) το οποίο ο Μπαλάφας αγόρασε με αντίτιμο λίγες οκάδες καλαμποκάλευρο. Με αυτό και με μια γερμανική φωτογραφική μηχανή Robot που είχε λίγο νωρίτερα προμηθευτεί από έναν Ιταλό στρατιώτη και με παρακινδυνευμένες ενέργειες, καθώς η φωτογράφηση ήταν απαγορευμένη την περίοδο της Κατοχής, αποτύπωσε μοναδικές ιστορικές στιγμές από τον ένοπλο αντάρτικο αγώνα του ηπειρώτικου λαού κατά των κατακτητών.
Ως μέλος της 6ης Ταξιαρχίας του 85ου Συντάγματος του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (ΕΛΑΣ) έλαβε μέρος σε επιχειρήσεις στα βουνά αποτυπώνοντας χωρίς επικές εξάρσεις τη ζωή των ανταρτών (πορείες, πολεμικές ασκήσεις, μάχες), τα καμένα από τον κατακτητή χωριά, τις εκδηλώσεις του πλήθους κατά την Απελευθέρωση των Ιωαννίνων (Οκτώβριος 1944) καθώς και τους πρωταγωνιστές των γεγονότων. Για πολιτικούς λόγους, το υλικό αυτό εμπιστεύτηκε σε οικογενειακή του φίλη η οποία το έκρυψε κάτω από το ξύλινο πάτωμα ενός Γιαννιώτικου σπιτιού όπου παρέμεινε για τα επόμενα τριάντα χρόνια.
Την περίοδο του Εμφυλίου (1946-49) και έως το 1951 εργάστηκε ως επίσημος μεταφραστής της Βρετανικής Αποστολής ταξιδεύοντας σε όλη τη χώρα. Στη συνέχεια, χάρη στη καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας προσλήφθηκε στην αμερικανική εταιρεία EMBASCO SERVICES INC, πρόδρομο της Δ.Ε.Η., αναλαμβάνοντας τον τομέα Αναπαραγωγής Σχεδίων. Στη θέση αυτή παρέμεινε μέχρι τη συνταξιοδότησή του. Κατά τη διάρκεια της συνεργασίας του με την εταιρεία φωτογράφησε την εξελικτική πορεία της κατασκευής του φράγματος των Κρεμαστών στον Αχελώο ποταμό πραγματοποιώντας πιθανόν την πρώτη μεθοδική καταγραφή σημαντικού δημόσιου έργου στην Ελλάδα.
Μέλος της Ελληνικής Φωτογραφικής Εταιρείας (ΕΦΕ) από το 1954 συμμετέχει σε εκθέσεις και διαγωνισμούς ενώ παράλληλα φωτογραφίες του δημοσιεύονται συχνά στο τριμηνιαίο περιοδικό Ελληνική Φωτογραφία. Ο Κώστας Μπαλάφας ανήκει στους ουµανιστές φωτογράφους της μεταπολεμικής περιόδου που καθόρισαν την πορεία της ελληνικής φωτογραφίας. Στο έργο του, μαρτυρία μοναδικής σηµασίας για την ιστορία και την κοινωνία του τόπου, πρωταγωνιστεί ο άνθρωπος στον καθημερινό του αγώνα για την επιβίωση. Ιδιαίτερη θέση κατέχουν οι κάτοικοι των απομακρυσμένων χωριών της γενέτειράς του Ηπείρου και οι αγέρωχες ηπειρώτισσες µάνες που κάτω από αντίξοες συνθήκες έχουν επωμιστεί τη συνέχεια της ζωής του τόπου τους. Τα θέματά του αποκτούν διαχρονική αξία καθώς τα αποτυπώνει με έντονη συνείδηση ότι οι παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα χάνονται με το πέρασμα του χρόνου και την εξέλιξη του σύγχρονου τρόπου ζωής. Το ύφος της φωτογραφικής του δουλειάς διαμόρφωσαν οι σκληρές συνθήκες ζωής των παιδικών του χρόνων και οι αγώνες του ελληνικού λαού για ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια.
Μέχρι το 1974, λόγω των πολιτικών συνθηκών της χώρας, αλλά και της θεματολογίας των εικόνων του, το έργο του βρισκόταν στην αφάνεια. Αργότερα, όταν μάλιστα αναπτύχθηκε και το ενδιαφέρον για την ιστορία της Ελληνικής φωτογραφίας, έγινε γνωστό μέσα από εκθέσεις και εκδόσεις, που είχαν πάντα την προσωπική του επιμέλεια.
Το 2008 χρόνια, τρία χρόνια πριν το θάνατό του, ο Κώστας Μπαλάφας εμπιστεύτηκε το φωτογραφικό του έργο στο Μουσείο Μπενάκη με τη βεβαιότητα ότι θα το διαχειριστεί με σεβασμό και την αρμόζουσα δεοντολογία τόσο ως προς τη φύλαξή του, όσο και ως προς την αξιοποίησή του. Με την πρωτοβουλία του αυτή, ουσιαστικά προσέφερε το πολύτιμο αρχείο του (15.000 αρνητικά, πρωτότυπα φωτογραφικά τυπώματα, 72 κινηματογραφικές ταινίες καθώς και ηχητικές και γραπτές μαρτυρίες) στην πολιτιστική κληρονομιά της χώρας του, στην ιστορία της και στην ιστορία της φωτογραφίας.