Αρχική Κλείσιμο

Ο Louis Dupré στο Μουσείο Μπενάκη: νέα τεκμήρια της παραγωγής του

Περίληψη

Ο Louis Dupré (1789-1837), μαθητής του David, υπήρξε ζωγράφος προσωπογραφιών, τοπίων, ιστορικών και θρησκευτικών σκηνών. Κυρίως όμως έγινε γνωστός ως συγγραφέας και λιθογράφος ενός album (Voyage à Athènes et à Constantinople), ύστερα από ένα ταξίδι του στην Ελλάδα το 1819. Το πολύτιμο αυτό λεύκωμα δημοσιεύτηκε σε μία σειρά από τεύχη από το 1825 έως και μετά το 1837, αποτελείται από 40 υπέροχους πίνακες που συνοδεύονται από κείμενο εμπνευσμένο από βαθιά φιλελληνικά αισθήματα.
Στο Μουσείο Μπενάκη φυλάσσεται ένα σπάνιο αντίτυπο του λευκώματος καθώς και μία σειρά από πρωτότυπα έργα (σχέδια, υδατογραφίες και μία ελαιογραφία) που συνδέονται με το ταξίδι εκείνο, αλλά και με πρωταγωνιστές της Ελληνικής επανάστασης. Δύο έργα είναι υπογεγραμμένα: το σχέδιο με το πορτραίτο του συνταγματάρχη Fabvier, χρονολογημένο το 1828, και η υδατογραφία με την άποψη της Ακρόπολης από το Ολυμπιείο. Το τελευταίο έργο, και η πρώτη απεικόνιση σε πίνακα της συγκεκριμένης άποψης της Ακρόπολης, αποτελούν μία παραλλαγή του αντίστοιχου έργου από το Voyage (1819). Η ελαιογραφία εκτέθηκε για πρώτη φορά στο Salon του Παρισιού το 1827 και σήμερα βρίσκεται στη Κολωνία. Το αριστούργημα του ζωγράφου στο Μουσείο Μπενάκη είναι μία ελαιογραφία με έναν σκεπτόμενο «Έλληνα» που ακουμπά σε βράχο στην ακτή της θάλασσας. Αποδίδεται στον Dupré, μολονότι είναι ανυπόγραφο, λόγω των τεχνοτροπικών ομοιοτήτων του με μεταγενέστερα έργα του ζωγράφου από το Voyage. Πρόκειται για τις προσωπογραφίες του Βασίλη Γούδα, του Δημητρίου Μαυρομιχάλη και του Νικολάκη Μητρόπουλου, οι οποίες έχουν φιλοτεχνηθεί και ως ελαιογραφίες και έχουν εκτεθεί στη Galerie Lebrun τo 1829. Τότε θα μπορούσε να χρονολογηθεί και ο «Έλληνας» του Μουσείου Μπενάκη που λανθασμένα έφερε για αρκετά χρόνια το όνομα του Ανδρέα Λόντου, αλλά πιθανότατα αποδίδεται σε έναν «Έλληνα, ενεργό αρχηγό των Μανιατών», που εκτέθηκε και αυτό στη Galerie Lebrun το 1829.
Στο μουσείο φυλάσσεται επίσης και μία υδατογραφία με δύο Σουλιώτες, καθώς και δύο σχέδια με μολύβι που μοιάζουν να είναι προσχέδια. Τα έργα αυτά αντιγράφουν εικόνες διαφορετικών περιόδων (ένας νέος από την Ύδρα του 1829, ένας νέος από τα Ιωάννινα του 1819, ο Βασίλης Γούδας του 1828 και ένας Σουλιώτης του 1819) και διαφέρουν τεχνοτροπικά από τα υπογεγραμμένα έργα του Dupré. Είναι λοιπόν πολύ πιθανό να πρόκειται για μεταγενέστερες δημιουργίες, μελέτες ίσως επάνω στο έργο του.
Οι λιθογραφίες του έχουν σίγουρα μελετηθεί από τον Delacroix, και τα συγκεκριμένα έργα θα μπορούσαν να προέρχονται από το εργαστήριό του. Η βεβαιότητα ότι το Voyage του Dupré υπήρξε θέμα μελέτης βασίζεται επίσης σε μία υδατογραφία του Μουσείου Μπενάκη που εικονίζει τον Σφραγιδοφύλακα του Αλή Πασά (Voyage, πίν. V), αλλά φέρει την ένδειξη «1884». Όλα αυτά τα νέα τεκμήρια του έργου και της μεταγενέστερης τύχης του Dupré συνάδουν με την πνευματική διαδρομή του ζωγράφου: ξεκινά από το νεανικό του ενδιαφέρον για την κλασική εποχή, περνά στο ταξίδι του στην Ελλάδα, και ολοκληρώνεται στην ωριμότητά του με το δηλωμένο φιλελληνισμό του. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδρομής τοποθετούνται έργα άλλων μουσείων, σχέδια αλλά κυρίως ελαιογραφίες, άγνωστα έως σήμερα. Πρόκειται για τις τρεις απόψεις από την Αθήνα στο Μουσείο της Κολωνίας (η «Ακρόπολη από την Πνύκα», ο «Παρθενώνας» και το επονομαζόμενο «Θησείο») και μία από τις πιο διάσημες απόψεις: το σπίτι του Γάλλου υποπρόξενου και αρχαιολάτρη L. Fauvel με την Ακρόπολη στο βάθος, σήμερα στο Μουσείο Smart του Πανεπιστημίου του Σικάγου.