Αρχική Κλείσιμο
  • Αρχική >
  • Αρχική >
  • Εκδόσεις >
  • Υάκινθος και Απόλλων των Αμυκλών: Ταυτότητα και λατρείες. Η επανεξέταση των γραπτών μαρτυριών

Υάκινθος και Απόλλων των Αμυκλών: Ταυτότητα και λατρείες. Η επανεξέταση των γραπτών μαρτυριών

Περίληψη

Στην εργασία αυτή, που αντλεί κυρίως από αποσπασµατικές γραπτές µαρτυρίες, δείχνουµε ότι τα βασικά χαρακτηριστικά της ταυτότητας και της λατρείας του Υάκινθου και του Απόλλωνος στις Αµύκλες είχαν ήδη λάβει µορφή όταν κατασκευάσθηκε ο “Θρόνος” του Απόλλωνος ή έως το τέλος της αρχαϊκής εποχής. Η πρωιµότερη γενεαλογία και λατρεία του Υάκινθου, γιου του Αµύκλα και της Διοµήδης, που βρήκε τον θάνατο από τον δίσκο του Απόλλωνος, µπορεί να αναχθεί γύρω στο 800 π.Χ. ή στο πρώτο ήµισυ του 8ου αι. Ο ἀγὼν των Ὑακινθίων, που µαρτυρείται για πρώτη φορά σε σχέση µε τους Παρθενίες και την ίδρυση του Τάραντα, ανάγεται στο τέλος του 8ου αι. Αντίθετα η λατρεία του Απόλλωνος µαρτυρείται για πρώτη φορά στο τέλος του 7ου αι. Στην περίοδο αυτή συνέθεσε πιθανόν ο Αλκµάν στίχους για χορωδία νεαρών κοριτσιών, γνωστούς από παπυρικό απόσπασµα υποµνήµατος που τους συνδέει µε τα Ὑακίνθια. Χορωδίες κοριτσιών τραγουδούσαν ίσως προς τιµήν του Απόλλωνος τη δεύτερη µέρα των Ὑακινθίων ήδη από το τέλος του 7ου αι. Το ολονύκτιο ξεφάντωµα προς τιµήν του Υάκινθου (Ευρ. Ἑλένη 1468 κ.ε.) µε γυναικείους χορούς και ανδρικούς κώµους µπορεί να τοποθετηθεί, όπως υποστηρίζουµε, µονάχα ανάµεσα στη δεύτερη και την τρίτη ηµέρα των Ὑακινθίων. Σχετίζεται µε την αποθέωση του Υάκινθου, η οποία απεικονιζόταν πάνω στον “βωµό” µέσα στον οποίο έλεγαν ότι είχε ενταφιασθεί, οι χοροί όµως ανάγονται σε πολύ παλαιότερη λατρευτική παράδοση. Η αποθέωση ήταν ασφαλώς και η αιτία για την «βούθυτον» ηµέρα κατά την οποία θέσπισε ο Απόλλων (Ευρ. Ἑλένη 1473-75) να τιµούν τον Υάκινθο µε θυσία βοός, την οποία ταυτίζουµε µε την τρίτη ηµέρα των Ὑακινθίων. Οι γυναικείοι χοροί µε τη συνοδεία λύρας και αυλού σε σκηνή αναθηµατικής στήλης του 3ου αι., η οποία έχει σχετισθεί µε τα Ὑακίνθια, φαίνεται ότι ήταν εξέχον χαρακτηριστικό της εορτής προς τιµήν του Απόλλωνος. Όσο για τις πολυάριθµες αίγες που θυσίαζαν στον Απόλλωνα για το γεύµα (κοπίδα) της δεύτερης ηµέρας των Ὑακινθίων, ένα παράλληλο φαινόµενο είναι οι 500 αίγες που έσφαζαν για την Αγροτέρα Αρτέµιδα στον ετήσιο εορτασµό της µάχης του Μαραθώνα. Τέλος, διακρίνουµε το άγαλµα του λεγόµενου Απόλλωνος Τετράχειρος και Τετραώτου από το κολοσσιαίο άγαλµα του Απόλλωνος στο Αµυκλαίο ιερό όχι µόνο ως προς την τοποθεσία όπου είχε πιθανόν ανεγερθεί αλλά και ως προς την επίκληση. Το άγαλµα του Απόλλωνος Τετράχειρος και Τετραώτου ιδρύθηκε µετά την κατάκτηση των Αµυκλών από τη Σπάρτη γύρω στα 750 και, όπως έχει υποστηριχθεί, βρισκόταν στην πόλη των Αµυκλών. Το κολοσσιαίο άγαλµα του Απόλλωνος, ο οποίος επονοµαζόταν απλώς Τετράχειρ ή κουρίδιος όπως υποστηρίζουµε, ιδρύθηκε κατά την άποψή µας µετά την υποδούλωση της Μεσσηνίας, δηλ. προς το τέλος του 7ου αι. Από τον ταύρο που θυσίαζαν στον Απόλλωνα Τετράχειρα έδιναν δερµάτινους ιµάντες ως έπαθλο για την πυγµαχία, αγώνισµα προφανώς των Ὑακινθίων. Ο έφηβος Καλλικράτης (εποχή Αντωνίνων) παρουσιάζει τον εαυτό του ως ιερέα του Απόλλωνος Τετράχειρος σε ενεπίγραφη στήλη των αυτοκρατορικών χρόνων, ενώ το κολοσσιαίο άγαλµα του Απόλλωνος Τετράχειρος είχε δει πιθανόν ο σοφιστής Λιβάνιος κατά την επίσκεψή του στη Σπάρτη στις αρχές του 4ου αι.