Αρχική Κλείσιμο

Τάματα: μια νέα προσέγγιση μέσα από τη Συλλογή του Μικέ Παϊδούση

Περίληψη

Πρόσφατο απόκτημα του Μουσείου Μπενάκη είναι η δωρεά της συλλογής ελληνορθόδοξων ταμάτων του Μικέ Παϊδούση από τη σύζυγό του Ιωάννα (Γιόνα) Παϊδούση στη μνήμη του. Συγκεκριμένα, η συλλογή αποτελείται από 1.174 αντικείμενα εκ των οποίων 450 παριστάνουν ανθρώπινες μορφές και 522 μέλη σώματος. Επίσης, περιλαμβάνει 55 ζώα και 108 παραστάσεις αντικειμένων που σχετίζονται με ανθρώπινες δραστηριότητες και αγαθά (σπίτια, αυτοκίνητα, εργαλεία, στέφανα γάμου κ.λπ.). Μόνο εννέα αντικείμενα δεν έχουν τη χαρακτηριστική μορφή των ταμάτων. Τα υπόλοιπα είναι αντιπροσωπευτικά κομμάτια της τεχνικής και της εικονογραφίας του είδους τους από όλη την Ελλάδα.
Τα περισσότερα είναι κατασκευασμένα από ορθογώνια λεπτά φύλλα μετάλλου, συχνά κομμένα στο σχήμα της μορφής που απεικονίζουν, το μέγεθος των οποίων κυμαίνεται μεταξύ 3-20 εκ. ύψος και 2-27 εκ. πλάτος. Για την κατασκευή τους έχει χρησιμοποιηθεί ασήμι και χρυσός, αλλά κυρίως χαλκός, μπρούντζος, σίδερο, λαμαρίνα και οι προσμίξεις τους. Τα περισσότερα φέρουν οπή ανάρτησης στην κορυφή, απ’ όπου κρέμονταν στις εικόνες με κορδέλα, σύρμα ή παραμάνα.
Οι τεχνικές της κατασκευής των ταμάτων μοιάζουν με αυτές της παραδοσιακής νεοελληνικής εκκλησιαστικής και κοσμικής μεταλλοτεχνίας, αλλά η τελική μορφή και η εικονογραφία δεν απαντούν σε άλλα έργα αργυροχοΐας. Κοινά χαρακτηριστικά παρατηρούνται κυρίως στα διακοσμητικά πρότυπα (σύμβολα, σπείρες, θύσανοι και διάκοσμοι με σχήματα ανθέων). Μερικές χειροποίητες κατασκευές είναι απλές, ενώ άλλες είναι πιθανότατα προϊόντα επαγγελματικών εργαστηρίων.
Η έως τώρα έρευνα αναφέρει τρεις βασικές μεθόδους κατασκευής ταμάτων: την εγχάραξη, το πρεσάρισμα και την έγχυση μετάλλου. Τα αντικείμενα της συλλογής παρουσιάζουν μορφές επεξεργασίας που οδηγούν στη διάκριση νέων κατηγοριών. Ειδικότερα, ως προς την κατασκευή, παρατηρούμε πλέον συνολικά τουλάχιστον έξι κατηγορίες: στικτά, εγχάρακτα, σκαλιστά, εμπίεστα, πρεσαριστά και χυτά τάματα.
Τα στικτά τάματα κατασκευάζονταν με το χτύπημα μικρών στιγμών στην οπίσθια όψη του ελάσματος επάνω σε μαλακό υπόβαθρο. Κατά την εγχάραξη, το σχέδιο χαραζόταν στην πρόσθια όψη του τάματος με καρφί. Τα σκαλιστά τάματα χαρακτηρίζονται από πλατιά εγχάραξη με καλέμι. Τα εμπίεστα τάματα υφίσταντο επεξεργασία και από τις δύο όψεις. Συνήθως είναι σφυρήλατα ή repoussé στην οπίσθια όψη και σκαλιστά στην πρόσθια. Τα πρεσαριστά κατασκευάζονταν σε πρέσες εργαστηρίων, ενώ τα χυτά μορφοποιούνταν σε μήτρες.
Η αφιερωτική πρακτική –ως μέθοδος αντιμετώπισης των δυσχερειών της ζωής– απαντά στην ελληνορθόδοξη παράδοση με πολλές μορφές, πνευματικής και υλικής προσφοράς. Τα τάματα είναι αντικείμενα που προορίζονται για αφιέρωση, μέσω των οποίων η ανθρώπινη επικοινωνία με το θείο αποκτά υλική υπόσταση.
Παρά το ενδιαφέρον που παρουσιάζει η ιδιομορφία των ταμάτων, τα αντικείμενα αυτά συχνά παραβλέπονταν από τους μελετητές του νεοελληνικού πολιτισμού. Οι λόγοι που εξηγούν αυτή τη στάση είναι πολλοί: η λιτή αισθητική και τεχνική τους παρουσία σε σύγκριση με άλλες μορφές νεοελληνικής τέχνης η αμφίσημη θέση της αφιερωτικής πρακτικής στην Ορθοδοξία που απορρέει από τον μαγικό και παγανιστικό τους χαρακτήρατους έως και σήμερα, η οποία δεν τα κατατάσσει στο παραδοσιακό υλικό ως είδος προς ‘‘εξαφάνιση’’.
Έτσι, ελάχιστες μελέτες εξετάζουν τα τάματα ως αντικείμενα θρησκευτικού χαρακτήρα ή έργα τέχνης, με αποτέλεσμα να υπάρχουν ελλιπή στοιχεία σχετικά με τις βασικές αρχές της ιστορίας της τέχνης, όπως η προέλευση, η χρονολογία, η μορφολογία, η εικονογραφία και το ύφος τους.